Ὁ Θεὸς ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο μὲ τὰ χέρια Του ἀπὸ τὸ χῶμα τῆς γῆς. Ἱερούργησε τὸ προοίμιο τῆς Πεντηκοστῆς, ἐμφυσώντας στοὺς ρώθωνες τοῦ Ἀδὰμ «πνοὴν ζωῆς», τὸ Πνεῦμα Του τὸ Ἅγιο, «καὶ ἐγένετο ὁ ἄνθρωπος εἰς ψυχὴν ζῶσαν»1Γέν. 2,7.. Ὁ ἄνθρωπος, ὅμως, ἀφρόνως παρήκουσε τὴ θεία ἐντολὴ καὶ λύπησε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, τὸ Ὁποῖο δὲν μποροῦσε πλέον νὰ καταμείνει μαζί του, «διὰ τὸ εἶναι αὐτὸν σάρκα»2Γέν. 6,3.. Ἡ τραγική του στροφὴ ἀπὸ τὸν Κτίστη πρὸς τὴν κτίση τοῦ στέρησε τὴ ζωαρχικὴ πνοὴ τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν ἐνέπλησε μὲ τὸ ἀλλότριο πνεῦμα τοῦ κόσμου. Τότε ὁ Θεὸς Πατέρας φανερώθηκε μὲ ἐπαγγελίες ἀγάπης καὶ ἐλέους καὶ ἀπέστειλε στὸν κόσμο τὸν Μονογενῆ Του Υἱό. Ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Πατρὸς εἰσῆλθε στὴν οἰκουμένη καὶ νίκησε στὴν ἴδιά Του τὴ σάρκα τὴν ἁμαρτία· ἐξάλειψε τὸν θάνατο καὶ ἄνοιξε θύρα, γιὰ νὰ καταφθάσει ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ νὰ μεταποιήσει τὰ τέκνα τῆς ὀργῆς σὲ «φωτόμορφα τέκνα τῆς Ἐκκλησίας». Τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο ἐπεδήμησε στὴ γῆ γιὰ νὰ ἀναγεννήσει ἄνωθεν τὸν ἄνθρωπο καί, ὡς «Θεὸς καὶ θεοποιοῦν» (Ὄρθρος Πεντηκοστῆς, Αἶνοι), νὰ τὸν καταστήσει «κοινωνὸν θείας φύσεως»3Β’ Πέτρ. 1,4. καὶ νὰ τὸν ἁγιάσει. Οἱ Ἅγιοι Πάντες συνιστοῦν μαρτυρία τῆς ἀλήθειας τοῦ Χριστοῦ μέσα στὴν ἱστορία μέχρι τερμάτων αἰώνων. Εἶναι ἡ παράταση τοῦ μυστηρίου τῆς Σαρκώσεως τοῦ Λόγου ποὺ ἔλαβε χώρα «ἅπαξ» στὸν ἱστορικὸ χρόνο, ἀλλὰ «ἀεὶ» ἐνεργεῖται στὴν καρδιὰ τῶν πιστῶν ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, καί, ἑπομένως, εἶναι ἡ παράταση τοῦ μυστηρίου τῆς Πεντηκοστῆς.
Δίψα αἰώνιας ζωῆς
Ψιχία ἀπὸ τὴν τράπεζα τοῦ Ἁγίου Σωφρονίου
Οἱ Ἅγιοι καλλιέργησαν τὸν σπόρο τῆς εἰκόνας Του στὴν καρδιά τους καὶ καρποφόρησαν τὴν ὁμοίωση Του. Γι’ αὐτὸ καὶ στὰ πρόσωπά τους φανερώνεται ἡ ἀλήθεια τῆς κατ’ εἰκόνα Θεοῦ δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἡ ἐν δυνάμει ἱκανότητα ποὺ τοῦ δόθηκε νὰ ὁμοιωθεῖ μὲ τὸν Δημιουργό του, νὰ περιλάβει στὸν ἑαυτό του καὶ τὸν Θεὸ καὶ τὸν κτιστὸ κόσμο. Τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο εἶναι ἡ εἰκόνα τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, διότι ὅταν σκηνώσει στὴ βαθειὰ καρδιά ἀποτυπώνει ἐκεῖ τὸ ὑπέρκαλλο «εἶδος» Του καὶ «κιθαρίζει» τὴν πραεῖα φωνή Του4Ἰωάν. 5,37· Α’ Κορ. 14,7.. Ποιά, ὅμως, εἶναι ἡ εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; Πῶς γνωρίζεται τὸ Τρίτο καὶ μυστικὸ Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδας; Οἱ ἀνὰ τοὺς αἰῶνες Ἅγιοι τοῦ Θεοῦ συνιστοῦν τὶς εἰκόνες Του. Ἀντανακλοῦν τὴν ἀρετή, τὴν ταπείνωση, τὴν ἀγάπη, τὸ ἦθος Του. Μὲ τὴν ἀσάλευτη πίστη καὶ τὰ κατὰ Θεὸν παθήματά τους οἱ Ἅγιοι δικαιώνουν τὴν ἄμωμη ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ ποὺ περιπτύσσεται τὰ πάντα. Ὁ Θεὸς εὐαρεστεῖται νὰ ἐνδύει μὲ ἱμάτιο ἁγιασμοῦ τοὺς πιστοὺς θεράποντές Του καὶ νὰ δοξάζεται «ἐν συναγωγῇ [μικρῶν] θεῶν»5Ψαλμ. 81,1.. Ὁ ἅγιος Σωφρόνιος τονίζει ὅτι «ἡ ἁγιότητα δὲν εἶναι ἔννοια ἠθικὴ ἀλλὰ ὀντολογική. Ἅγιος δὲν εἶναι ὅποιος εἶναι ἄμεμπτος κατὰ τὴν ἀνθρώπινη ἠθική», οὔτε ὅποιος εἶναι μεγάλος ἀσκητής, ἀλλὰ «ὅποιος ἔγινε φορέας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος».
Ὁ ἁγιασμὸς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ6Α’ Θεσ. 4,3. καὶ συνιστᾶ τὴν ἐκπλήρωση τοῦ πρὸ τῶν αἰώνων προορισμοῦ τοῦ ἀνθρώπου. Γιὰ νὰ «διαπραχθῇ» σωτηρία, ὀφείλει ὁ ἄνθρωπος νὰ συνάξει ὅσο βρίσκεται ἀκόμη σὲ αὐτὴν τὴ ζωή, ἔστω καὶ λίγα, ἴχνη ἁγιασμοῦ. Ὁ ἁγιασμὸς εἶναι τὸ φῶς τῆς ζωῆς, καὶ χωρὶς αὐτὸν «οὐδεὶς ὄψεται τὸν Κύριον»7Ἑβρ. 12,14.. Γι’ αὐτὸ τόσο στὴ Γραφὴ ὅσο καὶ στὴν ἀσκητικὴ ὁρολογία οἱ δύο ἔννοιες, «ἁγιασμὸς» καὶ «φῶς» συνυφαίνονται καὶ ἐνίοτε ταυτίζονται. Ὁ ἁγιασμὸς εἶναι τὸ «ἔνδυμα δόξης» μὲ τὸ ὁποῖο περιβάλλει ὁ Θεὸς τὶς ψυχὲς τῶν ἰδικῶν Του· εἶναι τὸ φωτεινὸ ἱμάτιον τῆς ὑπερφυοῦς θείας ἑτερότητας, τῆς ὁδοῦ καὶ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἔφερε στὴ γῆ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς. Ἔκτοτε, ὁ ἁγιασμὸς ἀποθησαυρίσθηκε στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας. Στὸ σημερινὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ὁ Χριστὸς λέγει: «Πᾶς οὖν ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοὶ ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω κἀγὼ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς· ὅστις δ’ ἂν ἀρνήσηταί με ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ἀρνήσομαι κἀγὼ αὐτὸν ἔμπροσθεν τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς» (Ματθ. 10,32-33). Κατ’ οὐσίαν ὁ Κύριος ἐδῶ κάνει λόγο γιὰ τὴ ζωὴ τῆς ἁγιότητας, γιὰ τὴ σκήνωση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου. Ἤδη μὲ τὸ στόμα τοῦ Προφήτη ὁ Θεὸς εἶχε δώσει τὴν ἐπαγγελία: «Ἐνοικήσω ἐν αὐτοῖς καὶ ἐμπεριπατήσω, καὶ ἔσομαι αὐτῶν Θεός, καὶ αὐτοὶ ἔσονταί μοι λαός»8Λευϊτ. 26,12.. Οἱ Ἅγιοι, ποὺ ἑορτάζουμε σήμερα, εἶναι οἱ ζῶντες καὶ ἀχειροποίητοι ναοὶ τῆς Θεότητας, ὅπου εὐαρεστεῖται τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ νὰ καταπαύει.
Ἡ ὁμολογία ποὺ ζητᾶ ὁ Θεὸς ἀπὸ τοὺς δικούς Του προϋποθέτει μὲν τὴν ὁμολογία τοῦ Συμβόλου τῆς πίστεως, ἀλλὰ δὲν ἀρκεῖται σὲ αὐτήν. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀναφέρει ὅτι ὁ Χριστὸς μαρτύρησε τὴν «καλὴν ὁμολογίαν» ἐνώπιον τοῦ Ποντίου Πιλάτου.9Α’ Τιμ. 6,13. Ὡστόσο, ἀπὸ τὰ Εὐαγγέλια γνωρίζουμε ὅτι ὁ Κύριος σιώπησε στὸ κριτήριο τοῦ Ἡγεμόνος. Ἡ ὁμολογία τοῦ Χριστοῦ ἦταν μὲν ἄφθογγη ἀλλὰ πανίσχυρη, ὥστε, ὅπως ἐπισημαίνει ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακας, «ἡ σιωπὴ τοῦ Ἰησοῦ καταίσχυνε τὸν Πιλᾶτο». Ἡ ὁμολογία τῆς πίστεως, ἑπομένως, δὲν συνίσταται σὲ πομπώδεις διακηρύξεις καὶ ἡρωϊκὲς δῆθεν χειρονομίες, ἀλλὰ στὴ σκήνωση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου, δυνάμει τῆς ὁποίας ὁ πιστὸς πολιτεύεται, ὁμιλεῖ, φρονεῖ, ἀναπνέει μὲ ἄκρα ταπείνωση καὶ παν-περιεκτικὴ ἀγάπη, ὅπως ὁ Ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ. Φθέγγεται τὸν λόγο ποὺ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα βάζει στὴν καρδιά του. Τὸ χριστοειδὲς ἦθος εἶναι ἡ πειστικότερη ὁμολογία τῆς ἀλήθειας τοῦ Κυρίου. Ἐπίτευγμα δὲν εἶναι νὰ ρίξει κάποιος πῦρ καὶ κεραυνοὺς ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ νὰ καταστρέψει τὴ γῆ. Ἀκόμη καὶ οἱ ἰσχυροὶ τῆς γῆς κατέχουν τὴ δύναμη αὐτή. Ἀπερινόητο καὶ ἀνεκδιήγητο ἐπίτευγμα, ὅμως, εἶναι ἡ ἀγαθή, ἀγαπητικὴ καὶ δημιουργικὴ ἐπέμβαση τοῦ Χριστοῦ στὸν κόσμο, ποὺ ἀνάγει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν λάκκο τῆς πτώσεως καὶ τὰ χάσματα τῆς ἀπωλείας· ἐνδύει τὴν αἰσχύνη τῆς γυμνότητάς του μὲ ἱμάτιο εὐπρέπειας καὶ ἁγιότητας καὶ τὸν μεταποιεῖ ἀπὸ «υἱὸν γεέννης»10Ματθ. 23,15. σὲ «υἱὸν φωτὸς καὶ ἡμέρας»,11Ἰωάν. 12,36. σὲ τέκνο ἀγαπητὸ τοῦ Οὐρανίου Πατρὸς εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἐρώτηση: Ποιά εἶναι ἡ πιὸ σπουδαία ἄσκηση τοῦ μοναχοῦ;
Ἀπάντηση: Τὸ πιὸ ἀπίστευτο κατόρθωμα τοῦ μοναχοῦ καὶ ἡ πιὸ σπουδαία ἀρετὴ ποὺ ἐπιδιώκει, εἶναι τὸ πνεῦμα τῆς ταπεινώσεως, γιατί τότε εἶναι ἀληθινὸς μαθητὴς τοῦ ἀληθινοῦ Διδασκάλου. Ὁ Κύριος λέει: «μάθετε ἀπ᾿ ἐμοῦ, ὅτι πρᾷός εἰμι καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ»12Ματθ. 11,29.. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι μποροῦμε νὰ μάθουμε ἀπὸ Αὐτόν, μόνο ἂν εἴμαστε πρᾶοι καὶ ταπεινοὶ τῇ καρδίᾳ. Πολλὲς ἐμπειρίες τῶν ἀσκητῶν ἀπὸ τὸ Γεροντικὸ φανερώνουν τὴν ἀλήθεια αὐτή, ὅτι δὲν πρέπει νὰ βάλουμε τὴν πεποίθησή μας στὸν ἑαυτό μας, ἀλλὰ σὲ Ἐκεῖνον ποὺ μπορεῖ νὰ ἀναστήσει ἀκόμα καὶ τοὺς νεκρούς, ὅπως λέει ὁ ἀπ. Παῦλος13Β’ Κορ. 1,9.. Ἄν κατανοήσουμε αὐτὸ τὸ θέμα τῆς ταπεινώσεως καὶ τῆς μαθητείας κοντὰ στὸν Χριστό, τότε σίγουρα θὰ ἐπιτύχουμε μείζονα στὴ ζωή μας καὶ θὰ ἀποδεχθοῦμε τὸν τέλειο σύνδεσμο τῆς ἀγάπης Του.
Ἐρώτηση: Θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι, αὐτή ἡ ἑορτή τῶν Ἁγίων Πάντων μνημονεύει τά ἐγκαίνια τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας πάνω στή γῆ;
Ἀπάντηση: Ναί. Εἶναι γεγονὸς ὅτι στὶς ἑορτὲς τῆς Ἐκκλησίας, ἡ μνημόνευση τῶν αἰώνιων γεγονότων τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ καί ὅλων τῶν Ἁγίων τοῦ Θεοῦ, μᾶς καθιστᾶ σύγχρονους κατὰ χάρη αὐτῶν τῶν αἰώνιων γεγονότων πού ἔλαβαν χώρα μιά φορά καί παραμένουν γιά πάντα. Αὐτὴ εἶναι ἡ δύναμη ποὺ δίνει ὑπόσταση στὴ ζωὴ πάνω στή γῆ καὶ ἐμπνέει ὅλους τοὺς Χριστιανούς νὰ ἀκολουθήσουν τὸ ὑπόδειγμα τοῦ Κυρίου μας. Ὁ ἅγ. Σιλουανός λέει ὅτι σκοπὸς τῆς ζωῆς εἶναι νὰ ἀποκτήσουμε τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. Μέσα ἀπὸ τὴν ἐνέργεια, τὴν ἀγάπη, τὴ δύναμη καὶ ὅλες τὶς ἀρετές Του, μποροῦμε νὰ βιώνουμε καθημερινὰ αὐτὰ τὰ μεγάλα γεγονότα, ὅπως τὰ Χριστούγεννα, τὸ Πάσχα, τὴν Πεντηκοστή, ὡς πάντοτε παρόντα στὴ ζωή μας. Ὁ μοναχός, ἀλλά καὶ ὁ κάθε Χριστιανὸς ποὺ φέρει μέσα του τό πνεῦμα τῆς μετανοίας, εἶναι μιὰ εἰκόνα τῆς Πεντηκοστῆς. Μὲ τὴ μετάνοια, ὁ ἄνθρωπος ὑφίσταται συνεχῶς τὸν συσσεισμό, τὸ τράνταγμα ὅλης τῆς ὑπάρξεώς του ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἐξαγνίζει καὶ φωτίζει τὸν ἄνθρωπο. Ἀλλὰ σύμφωνα μὲ τὸν Μακαρισμό τοῦ Κυρίου, μετὰ τὸν συσσεισμὸ ἔρχεται ἡ ἄφθαρτη παρηγοριὰ τοῦ Πνεύματός Του: «μακάριοι οἱ πενθοῦντες, ὅτι αὐτοὶ παρακλήθησονται».
Ἐρώτηση: Θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι, αὐτή ἡ ἑορτή τῶν Ἁγίων Πάντων μνημονεύει τά ἐγκαίνια τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας πάνω στή γῆ;
Ἀπάντηση: Ναί. Εἶναι γεγονὸς ὅτι στὶς ἑορτὲς τῆς Ἐκκλησίας, ἡ μνημόνευση τῶν αἰώνιων γεγονότων τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ καί ὅλων τῶν Ἁγίων τοῦ Θεοῦ, μᾶς καθιστᾶ σύγχρονους κατὰ χάρη αὐτῶν τῶν αἰώνιων γεγονότων πού ἔλαβαν χώρα μιά φορά καί παραμένουν γιά πάντα. Αὐτὴ εἶναι ἡ δύναμη ποὺ δίνει ὑπόσταση στὴ ζωὴ πάνω στή γῆ καὶ ἐμπνέει ὅλους τοὺς Χριστιανούς νὰ ἀκολουθήσουν τὸ ὑπόδειγμα τοῦ Κυρίου μας. Ὁ ἅγ. Σιλουανός λέει ὅτι σκοπὸς τῆς ζωῆς εἶναι νὰ ἀποκτήσουμε τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. Μέσα ἀπὸ τὴν ἐνέργεια, τὴν ἀγάπη, τὴ δύναμη καὶ ὅλες τὶς ἀρετές Του, μποροῦμε νὰ βιώνουμε καθημερινὰ αὐτὰ τὰ μεγάλα γεγονότα, ὅπως τὰ Χριστούγεννα, τὸ Πάσχα, τὴν Πεντηκοστή, ὡς πάντοτε παρόντα στὴ ζωή μας. Ὁ μοναχός, ἀλλά καὶ ὁ κάθε Χριστιανὸς ποὺ φέρει μέσα του τό πνεῦμα τῆς μετανοίας, εἶναι μιὰ εἰκόνα τῆς Πεντηκοστῆς. Μὲ τὴ μετάνοια, ὁ ἄνθρωπος ὑφίσταται συνεχῶς τὸν συσσεισμό, τὸ τράνταγμα ὅλης τῆς ὑπάρξεώς του ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἐξαγνίζει καὶ φωτίζει τὸν ἄνθρωπο. Ἀλλὰ σύμφωνα μὲ τὸν Μακαρισμό τοῦ Κυρίου, μετὰ τὸν συσσεισμὸ ἔρχεται ἡ ἄφθαρτη παρηγοριὰ τοῦ Πνεύματός Του: «μακάριοι οἱ πενθοῦντες, ὅτι αὐτοὶ παρακλήθησονται».
Ἐρώτηση: Θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι, αὐτή ἡ ἑορτή τῶν Ἁγίων Πάντων μνημονεύει τά ἐγκαίνια τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας πάνω στή γῆ;
Ἀπάντηση: Ναί. Εἶναι γεγονὸς ὅτι στὶς ἑορτὲς τῆς Ἐκκλησίας, ἡ μνημόνευση τῶν αἰώνιων γεγονότων τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ καί ὅλων τῶν Ἁγίων τοῦ Θεοῦ, μᾶς καθιστᾶ σύγχρονους κατὰ χάρη αὐτῶν τῶν αἰώνιων γεγονότων πού ἔλαβαν χώρα μιά φορά καί παραμένουν γιά πάντα. Αὐτὴ εἶναι ἡ δύναμη ποὺ δίνει ὑπόσταση στὴ ζωὴ πάνω στή γῆ καὶ ἐμπνέει ὅλους τοὺς Χριστιανούς νὰ ἀκολουθήσουν τὸ ὑπόδειγμα τοῦ Κυρίου μας. Ὁ ἅγ. Σιλουανός λέει ὅτι σκοπὸς τῆς ζωῆς εἶναι νὰ ἀποκτήσουμε τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. Μέσα ἀπὸ τὴν ἐνέργεια, τὴν ἀγάπη, τὴ δύναμη καὶ ὅλες τὶς ἀρετές Του, μποροῦμε νὰ βιώνουμε καθημερινὰ αὐτὰ τὰ μεγάλα γεγονότα, ὅπως τὰ Χριστούγεννα, τὸ Πάσχα, τὴν Πεντηκοστή, ὡς πάντοτε παρόντα στὴ ζωή μας. Ὁ μοναχός, ἀλλά καὶ ὁ κάθε Χριστιανὸς ποὺ φέρει μέσα του τό πνεῦμα τῆς μετανοίας, εἶναι μιὰ εἰκόνα τῆς Πεντηκοστῆς. Μὲ τὴ μετάνοια, ὁ ἄνθρωπος ὑφίσταται συνεχῶς τὸν συσσεισμό, τὸ τράνταγμα ὅλης τῆς ὑπάρξεώς του ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἐξαγνίζει καὶ φωτίζει τὸν ἄνθρωπο. Ἀλλὰ σύμφωνα μὲ τὸν Μακαρισμό τοῦ Κυρίου, μετὰ τὸν συσσεισμὸ ἔρχεται ἡ ἄφθαρτη παρηγοριὰ τοῦ Πνεύματός Του: «μακάριοι οἱ πενθοῦντες, ὅτι αὐτοὶ παρακλήθησονται»14Ματθ. 5,4.. Μέ ἕναν προφητικό τρόπο, ὅπως ὁ Προφήτης Ἡλίας, ὅσοι μετανοοῦν περνοῦν ἀπὸ αὐτὸν τὸν συσσεισμὸ τοῦ Πνεύματος, ὁ ὁποῖος ἀποτινάσσει ὅλα τὰ λέπια τῆς διαφθορᾶς πού ἔχουν συσσωρεύσει σὲ αὐτὴ τὴ ζωή. Ἐξαγνίζονται καὶ καθίστανται ἱκανοὶ νά βιώσουν καὶ «τὴν μικρὰν φωνὴν» τῆς λεπτῆς αὔρας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος15Γ’ Βασ. 19,11-12.. Συνεπῶς, αὐτὸ ποὺ ἔχει σημασία εἶναι νὰ φέρουμε τὴ χάρη τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία μεταποιεῖ καὶ δυναμώνει τὴ φύση μας γιὰ νὰ σταθοῦμε στὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ. Τότε γινόμαστε σύγχρονοι ὅλων τῶν αἰωνίων γεγονότων τῆς ἱερᾶς ἱστορίας τοῦ Θεοῦ, ἀπὸ τὴν ἀπαρχὴ τοῦ κόσμου μέχρι τὴ Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ.
Ἐρώτηση: Σὲ ὅ,τι κάνουμε πρέπει νὰ θεωροῦμε τοὺς ἄλλους ἁγίους;
Ἀπάντηση: Νομίζω ὅτι αὐτὸ εἶναι λίγο ὑπερβολικό. Ἀκούγεται ὡραῖο, ἀλλὰ ἐμεῖς δὲν εἴμαστε σὲ αὐτὸ τὸ ἐπίπεδο. Ὁ Γ. Σωφρόνιος μοῦ εἶπε ὅταν ἔγινα ἱερέας: «Τώρα ποὺ ἔγινες ἱερέας, μὴν βλέπεις τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἔρχονται σὲ ἐσένα ὅπως εἶναι, ἀλλὰ νὰ ἀντιληφθεῖς ἐκεῖνο ποὺ βρίσκεται μέσα τους∙ τὸ πῶς μποροῦν νὰ γίνουν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ μὲ τὴ χάρη Του». Ὅταν συναντοῦμε τὸν συνάνθρωπό μας, ἂν σκεφθοῦμε τὸν μεγάλο προορισμὸ ποὺ ὁ Θεὸς ὅρισε γι’ αὐτόν, νὰ γίνει κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσή Του, δηλαδὴ ἕνας ἄλλος μικρὸς θεὸς στὴν κοινωνία τῶν θεῶν ἢ τῶν ἁγίων στὸν οὐρανό· ἂν φερόμαστε στὸν κάθε ἄνθρωπο μὲ προσοχὴ καὶ σεβασμό, αὐτὸ θὰ εἶναι σίγουρα τὸ πιὸ εὐάρεστο στὸν Θεό. Πρέπει νὰ θυμόμαστε ὅτι κάθε ἄνθρωπος ἔρχεται σὲ αὐτὸν τὸν κόσμο μὲ τὸν μεγαλειώδη προορισμὸ νὰ ὁμοιωθεῖ μὲ τὸν Θεό. Καὶ τὸ μεγαλύτερο καλὸ ποὺ μποροῦμε νὰ κάνουμε γιὰ τὸν πλησίον μας εἶναι νὰ συνεργαζόμαστε μὲ τὸν Θεὸ, γιὰ νὰ τὸν βοηθήσουμε νὰ ἐκπληρώσει τὸν προαιώνιο προορισμό, ποὺ ὁ Θεὸς ὅρισε γι’ αὐτὸν ὅταν τὸν ἔπλασε.
Ἐρώτηση: Οἱ Ἅγιοι ποὺ εἶναι ἀκόμα ζωντανοί, ζοῦν στὴ γῆ μὲ τὸ σῶμα τους, ἐνῶ τὸ πνεῦμα τους βρίσκεται μὲ τὸν Θεό;
Ἀπάντηση: Ναί, ἀκριβῶς. Κάθε Ἅγιος διαφέρει ἀπὸ τοὺς ἄλλους, ὅπως «ἀστὴρ ἀστέρος διαφέρει ἐν δόξῃ»16Α’ Κόρ. 15,41.. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι οἱ Ἅγιοι ζοῦν ταυτόχρονα καὶ στὴ γῆ καὶ στὸν οὐρανό. Ἀκόμα καὶ στὰ τὰπεινά μας μέτρα, ἂν ἐμεῖς, οἱ συνηθισμένοι ἄνθρωποι, «ὧν πρῶτός εἰμι ἐγώ», ἐκχέουμε τὴν καρδιά μας καὶ πενθοῦμε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ μέχρι τέλους γιὰ τὴν ἀθλιότητά μας τὴ νύχτα ἢ τὸ πρωί, τότε ὅλη τὴν ἡμέρα θὰ κάνουμε τὶς ἐργασίες μας, ἀλλὰ δὲν θὰ ξεχνᾶμε ὅτι Κάποιος εἶναι συνεχῶς παρών στὴν καρδιά μας· ὅτι δὲν ἀνήκουμε πλέον σὲ αὐτὴ τὴ γῆ, ἀλλὰ στὸν Οὐρανό· ὅτι δὲν ἔχουμε ρίξει ἄγκυρα στὴ θάλασσα γιὰ νὰ μὴν παρασύρεται τὸ πλοῖο μας ἀπὸ τὰ κύματα, ἀλλὰ στὸν Οὐρανό, ἀπὸ ὅπου ἑλκυόμαστε συνεχῶς πρὸς τὰ ἄνω. Ὅταν ὁ ἅγ. Ἰωάννης τῆς Κλίμακος κάνει λόγο γι’ αὐτοὺς ποὺ ζοῦν καθ’ ἑκάστην μὲ πνευματικὸ πένθος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, προσωποποιεῖ τὰ δάκρυα καὶ λέει ὅτι, ὅταν αὐτοὶ μπαίνουν στὸν πειρασμὸ νὰ κάνουν μιὰ πράξη στὴν ὁποία δὲν θὰ εὐδοκοῦσε ὁ Θεός, ἀκοῦν μιὰ φωνὴ στὴν καρδιά τους ποὺ λέει: «ἄν τὸ κάνεις αὐτό, θὰ σὲ ἐγκαταλείψω». Τὸ πένθος εἶναι μιὰ σοβαρὴ μορφὴ μετανοίας καὶ φέρνει τέτοια παρηγοριὰ στὸν ἄνθρωπο, ὥστε καὶ μόνο νὰ σκεφθεῖ νὰ παρεκκλίνει ἀπὸ τὴν ἄσκηση αὐτή, ἀκούει ἐκείνη τὴ φωνὴ ἀπὸ τὸ προσωποποιημένο χάρισμα τοῦ Θεοῦ στὴν καρδιά του. Τότε, ἐκεῖνος ποὺ ἔχει βιώσει τὴν ὁδὸ τῶν δακρύων, ἀπαντᾶ στὸν Θεό: «διὰ τοὺς λόγους τῶν χειλέων σου ἐγὼ ἐφύλαξα ὁδοὺς σκληράς, τὴ στενὴ ὁδό τὴν ὁποία ἐχάραξας δι’ ἡμᾶς»17Ψαλμ. 16,4, Ματθ. 7,14..
Ἐρώτηση: Εἴπατε ὅτι τὸ πνευματικὸ πένθος προσωποποιεῖται. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἂν ὁ ἄνθρωπος ἐμμένει στὸ πένθος, γίνεται ὑπόσταση καὶ ἔχει τὴν αἴσθηση τῆς Ὑπoστάσεως τοῦ Θεοῦ ποὺ εἶναι παροῦσα μέσα του;
Ἀπάντηση: Ἄν ζεῖ κατ’ αὐτὸν τὸ τρόπο, θὰ λάβει τὸ χάρισμα τῆς καθαρᾶς προσευχῆς. Θὰ ἀποσπασθεῖ ἀπὸ κάθε τί τὸ φθαρτὸ τοῦ κόσμου τούτου καὶ θὰ προσκολληθεῖ στὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, διότι «ὁ κολλώμενος τῷ Κυρίῳ ἓν πνεῦμά ἐστι» μὲ τὸν Κύριο18Α’ Κόρ. 6,17.. Καθαρὰ προσευχὴ σημαίνει ὁ ἄνθρωπος νὰ συνομιλεῖ μὲ τὸν Θεὸ πρόσωπο μὲ Πρόσωπο, καὶ μπορεῖ νὰ ἀκούει τὴ φωνή Του καὶ νὰ βλέπει ἀκόμη καὶ τὸ εἶδος Του,19Ἰω. 5,37. ὅπως οἱ Ἀπόστολοι καὶ οἱ Ἅγιοι ὅλων τῶν αἰώνων. Ἀνήκουμε στὴ «μία, ἁγία, καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ Ἐκκλησία» μὲ ἀδιάκοπη παράδοση ἀπὸ τὸν καιρὸ τοῦ Χριστοῦ μέχρι σήμερα, διότι ἡ ἐμπειρία τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Ἁγίων εἶναι πάντοτε παροῦσα στὴν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ καὶ προσφέρεται ἀδιαλείπτως στοὺς πιστούς. Ἡ ζωὴ στὴν Ἐκκλησία μας εἶναι τόσο θαυμάσια∙ ὁ Θεός μᾶς «περιποιεῖται» συνεχῶς μὲ τὴν ἀγάπη Του. Ἀρκεῖ νὰ σκεφθοῦμε ὅτι σὲ κάθε Λειτουργία ὁ Χριστὸς δίνει τὴ ζωή Του σὲ ἐμᾶς, τοὺς ἐχθρούς Του. Οἱ πιστοὶ ποὺ μεταλαμβάνουν μὲ καθαρὴ συνείδηση, βιώνουν ἀκριβῶς τὴ δύναμη αὐτῆς τῆς ἄφθαρτης ζωῆς, ἡ ὁποία βρίσκεται στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας καὶ χαρίζεται δωρεὰν στὰ μέλη της. Ὁ Θεὸς δὲν ἔχει ἀνάγκη τίς δικές μας θυσίες· εἶναι ἀνενδεής. Ὡστόσο, θέλει νὰ φιλοτιμούμεθα καὶ νὰ προετοιμάσουμε μέσα μας τόπο γιὰ τὴν ἐνοίκησή Του. Γνωρίζω πολλοὺς Χριστιανοὺς ποὺ προσεύχονται συνεχῶς μὲ μιὰ σύντομη ἐπίκληση: «Κύριε, κάνε με γιὰ πάντα δικό Σου», μέχρι νὰ πείσουν τὸν Θεὸ ὅτι εἶναι δικοί Του. Τότε ἀκοῦν στὴν καρδιά τους: «Ναί, υἱός μου εἶ σύ, ἐγὼ σήμερον γεγέννηκά σε. Πάντα τὰ ἐμὰ σὰ ἐστίν»20Ψαλμ 2,7· Λουκ. 15,31.. Τότε, δὲν κοπιάζουν πλέον αὐτοί, ἀλλὰ ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ κοπιάζει μέσα τους.
Ἐρώτηση: Γιατί ὁ Χριστὸς χρειαζόταν νὰ ἔχει Πρόδρομο;
Ἀπάντηση: Δὲν εἶχε μόνο τὸν Πρόδρομο. Ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ πέσαμε στὴν ἁμαρτία, ὁ Θεὸς ἀνέλαβε ἕνα ἀπίστευτο ἔργο ἀγάπης, μὲ τὴν Πρόνοιά Του, προκειμένου νὰ μᾶς ἐπαναφέρει κοντά Του καὶ νὰ φέρει σωτηρία πάνω στὴ γῆ. Μὲ τὴν παράβασή μας στὸν Παράδεισο, χάσαμε τὴ θεωρία τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν μπορούσαμε πλέον νὰ ἀπολαμβάνουμε τὴν παρουσία Του, ὅπως ὁ Ἀδὰμ καὶ ἡ Εὔα στὴν ἀρχή. Ἡ φύση μας ἐρημώθηκε, στερήθηκε κάθε δύναμη νὰ βαστάξουμε τὰ τοῦ πνεύματος. Ὁ Θεὸς δὲν μποροῦσε πλέον νὰ μᾶς πλησιάσει ἄμεσα, διότι ἡ παρουσία Του μᾶς εἶχε γίνει ἀφόρητη. Ὡς ἐκ τούτου, ὁ Θεὸς ἐπινόησε τρόπους καὶ ξεκίνησε μιὰ μακρὰ ἱερὰ ἱστορία, ἀποστέλνοντας στὸν κόσμο Δικαίους καὶ Προφῆτες, μιλῶντας μὲ παραβολὲς καὶ παροιμίες, δίνοντας διδάγματα, ὑποσχέσεις καὶ ἐντολές, γιὰ νὰ μᾶς φέρει σὲ μιὰ κατανόηση, ὥστε νὰ ἀκολουθήσουμε τίς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἅγ. Φιλάρετος τῆς Μόσχας λέει ὅτι, ὅπως ὁ ἄνθρωπος τυφλώνεται ἂν κοιτάξει κατάματα τὸν ἥλιο, ἀλλὰ τὰ μάτια του μποροῦν νὰ ἀντέξουν τὴν ἀντανάκλασή του στὸ νερὸ μιᾶς λίμνης, μὲ τὸν ἴδιο τρόπο, ὁ Κύριος ἦλθε στὴ γῆ καὶ μᾶς μίλησε μὲ παραβολές. Δὲν μᾶς φανέρωσε ἄμεσα τὴ δόξα Του, ὅπως ἔκανε στὸ Θαβώρ, ὅταν ὁ Πέτρος, ὁ Ἰάκωβος καὶ ὁ Ἰωάννης ἔπεσαν καταγῆς, ἀνίκανοι νὰ ἀντέξουν τὴ λάμψη τοῦ Προσώπου τοῦ Χριστοῦ. Ἀντιθέτως, ὁ Χριστὸς χρησιμοποίησε μιὰ ὁλόκληρη παιδαγωγία, μέσα ἀπὸ ὄνειρα, ὁράματα, παραβολὲς καὶ παροιμίες, γιὰ νὰ προετοιμάσει τοὺς ἀνθρώπους νὰ δεχθοῦν τὸν ἐρχομό Του.
Ὅταν ὁ Κύριος ἦλθε καὶ τοὺς μίλησε, τιμώντας τους καὶ διδάσκοντάς τους πῶς νὰ εὐαρεστήσουν τὸν Θεό, εἶπαν ὅτι τὰ λόγια Του εἶναι σκληρά: «τίς δύναται αὐτῶν ἀκούειν;»21Ἰω. 6,60. Ἀκόμη καὶ οἱ μαθητές Του, ἂν καὶ ἑλκλύστηκαν ἀπὸ τὰ χαρίσματα ποὺ τοὺς προσέφερε, νὰ ἀνασταίνουν νεκρούς, νὰ θεραπεύουν ἀσθενεῖς, νὰ ἐκβάλλουν τὰ δαιμόνια καὶ ἄλλα παρόμοια, ἀκόμη καὶ αὐτοὶ δὲν μποροῦσαν νὰ ἀντιληφθοῦν ὅτι Ἐκεῖνος ποὺ στεκόταν ἐνώπιόν τους ἦταν ὁ Προσωπικὸς Θεὸς τῆς Ἀποκαλύψεως ποὺ εἶπε στὸν Μωυσῆ: «Ἐγὼ εἶμι ὁ Ὤν». Ὡστόσο, ὁ Κύριος ὁμολόγησε «τὴν καλὴν ὁμολογίαν»22Α’ Τίμ. 6,13. μὲ τὸν Σταυρὸ καὶ τὴν Ἀνάστασή Του καὶ νίκησε τὸν θάνατο στὴν ἴδια Του τὴ Σάρκα, τὴν ὁποία ἄφησε μετὰ σὲ ἐμᾶς ὡς κληρονομιά. Τώρα, ἂν εἴμαστε συνετοὶ καὶ προετοιμασθοῦμε ὅσο καλύτερα μποροῦμε, ὁ Θεὸς θὰ ἀναπληρώσει τὰ ὑστερήματά μας, ὥστε νὰ μπορέσουμε νὰ κοινωνήσουμε τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα Του καὶ νὰ βροῦμε τέλεια ἕνωση μὲ τὸν Χριστό, ὁ Ὁποῖος μᾶς ἔσωσε μὲ τὴν εἰς τέλος ἀγάπη Του. Μέχρι σήμερα, ἡ Ἁγία τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησία ὠδίνει γιὰ νὰ μᾶς ἐκπαιδεύσει καὶ νὰ μᾶς προετοιμάσει γιὰ τὴν τέλεια συνάντηση μὲ τὸν Κύριο, ὅπως τὸ βλέπουμε στὸν Δίκαιο Συμεών τὸν Θεοδόχο. Ὁ Συμεών ἦταν ἄνθρωπος «δίκαιος καὶ εὐλαβὴς»23Λούκ. 2,25. καὶ ἀφιέρωσε τὴ ζωή του ὥστε νὰ ζεῖ σύμφωνα μὲ τίς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό, ὅταν πῆρε τὸν Χριστὸ στὴν ἀγκαλιά του, τὸν ἀποκάλεσε «δόξαν τοῦ λαοῦ Του Ἰσραὴλ»24Λουκ. 2,32. καὶ ἀξιώθηκε νὰ ἀντιληφθεῖ ἀκόμη καὶ σὲ ἕνα Βρέφος τὸν Δημιουργὸ καὶ Σωτῆρα ὅλου του κόσμου. Ἡ Ἐκκλησία ἀγωνίζεται νὰ μᾶς προετοιμάσει γιὰ νὰ λάβουμε ἕνα μικρὸ χάρισμα, τὸ ὁποῖο θὰ μᾶς συνδέσει πιὸ σταθερὰ μὲ τὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καὶ θὰ μᾶς ὁδηγήσει στὴν κοινωνία τῶν Ἁγίων, ἡ ὁποία περικλείει ὅλα τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Δὲν μᾶς ἀπαιτεῖται νὰ κατέχουμε ὅλα τὰ χαρίσματα· ἀπαιτεῖται ὅμως νὰ ἀποκτήσουμε ἔστω καὶ ἕνα μικρὸ χάρισμα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ νὰ δείξουμε μὲ σοβαρότητα τὴν πιστότητά μας στὸν Θεὸ καὶ τὴν εὐγνωμοσύνη μας γιὰ ὅσα ἔκανε γιὰ ἐμᾶς. Τότε γινόμαστε ἀληθινὰ μέλη αὐτοῦ τοῦ ὁρατοῦ Σώματος στὴ γῆ, τὸ ὁποῖο, στὴ Λειτουργία, ἑνώνεται μὲ τὸ ἀόρατο Σῶμα τοῦ Θεοῦ στὸν οὐρανό. Σὲ αὐτὸ ἔγκειται ἡ τελειότητα τῆς μεγάλης σωτηρίας ποὺ ἔφερε στὴ γῆ ὁ Κύριός Ἰησοῦς.
Ἐρώτηση: Ποιά εἶναι ἡ πραγματικὴ ἔννοια τῆς ἁμαρτίας; Ἕνας ἅγιος Γέροντας εἶπε κάποτε ὅτι ὑπάρχει διαφορὰ μεταξὺ ἁμαρτίας καὶ ἁμαρτήματος.
Ἀπάντηση: Συχνά, ὅταν μελετοῦμε τὴν ἐτυμολογία ἑνὸς ὅρου, κατανοοῦμε καὶ τὴν ἔννοια τῆς λέξεως. Ἡ ἑλληνικὴ λέξη «ἁμαρτία» καὶ τὸ ρῆμα «ἁμαρτάνω» σημαίνει «χάνω τὸν στόχο». Γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους πρέπει νὰ ὑπάρχει ἕνας στόχος: ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀποκλίνει ἀπὸ τὸν στόχο αὐτὸν καὶ ἐπιλέγει ἄλλους στόχους, ἀρχίζει νὰ ἁμαρτάνει. Ἑπομένως, ἁμαρτία εἶναι ἡ παρέκκλιση ἀπὸ τὴν ὁδὸ ποὺ ἔχει ὡς στόχο τὸν Θεό. Διότι ὅσο ὁ στόχος μας εἶναι ὁ Θεός, θὰ κάνουμε τὰ πάντα γιὰ νὰ Τὸν εὐαρεστήσουμε μέχρι νὰ ἑνωθοῦμε τέλεια μαζί Του. Ἐνῶ ὅταν παρεκκλίνουμε ἀπὸ αὐτὸν τὸν στόχο, φανερώνουμε τὴν ἀχαριστία μας. Ἄν ὁ Θεὸς δὲν ἐφείσθη οὔτε τὸν Μονογενῆ Του Υἱό, ἀλλὰ Τὸν παρέδωσε στὸν θάνατο γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου «ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς Αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον»·25Ἰω. 3,16. ἂν ὁ Θεός μᾶς ἔδωσε τὰ πάντα στὸ Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ Του καὶ ἐμεῖς παραμελοῦμε τέτοιο χάρισμα, εἶναι ἔγκλημα ἐναντίον τῆς ἀγάπης Του∙ ἡ ἀχαριστία εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἁμαρτία. Ἀκοῦμε συχνὰ ὅτι κάθε ἁμαρτία προέρχεται ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια καὶ ἡ ἀχαριστία εἶναι μιὰ μορφὴ ὑπερηφάνειας.
Ὑπάρχει μόνο μία ἁμαρτία, ἡ ἀχαριστία, καὶ τὴν φανερώνουμε μὲ ὅλα τὰ ἁμαρτήματά μας. Ἡ ἀχαριστία εἶναι ποὺ μᾶς κάνει νὰ παρεκκλίνουμε ἀπὸ τὸν στόχο μας, ὁ ὁποῖος θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι μόνο ὁ Θεός. Ἀντίστοιχα, αὐτὸ ποὺ εὐαρεστεῖ περισσότερο τὸν Κύριο εἶναι ἡ εὐχαριστία. Ὅταν εἴμαστε εὐγνώμονες καὶ συνεχῶς ἀποδίδουμε ἐπάξια εὐχαριστία στὸν Θεό, σημαίνει ὅτι ἀναγνωρίζουμε ὅτι ὅλα ὅσα ἔχουμε εἶναι δωρεὲς τοῦ Θεοῦ, ὅτι τὰ ἔχουμε λάβει δανεικὰ ἀπὸ Αὐτόν. «Εἰ δὲ καὶ ἔλαβες, τί καυχᾶσαι ὡς μὴ λαβών;», λέει ὁ Ἀπόστολος26Α’ Κόρ. 4,7.. Δὲν μποροῦμε νὰ καυχηθοῦμε γιὰ τὰ χαρίσματά μας· καθῆκον μας εἶναι νὰ εὐχαριστήσουμε, γιατί ὀφείλουμε εὐγνωμοσύνη στὸν Δωρεοδότη. Ἔχουμε τὴ ζωή μας ὡς δάνειο ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ πρέπει νὰ Τοῦ τὴν ἐπιστρέψουμε φωτισμένη καὶ ἁγιασμένη, ὅπως ἀπαιτεῖ τὸ Ἱερὸ Εὐαγγέλιο. Πρέπει νὰ θυμόμαστε ὅτι τὰ πάντα στὴ ζωή μας εἶναι δωρεὲς τοῦ Θεοῦ· ὀφείλουμε νὰ Τοῦ δείξουμε τὴν πιστότητά μας, νὰ προσφέρουμε στὸν Θεὸ τὴν εὐχαριστία ποὺ Τοῦ πρέπει· Τοῦ χρωστοῦμε μιὰ ζωὴ ποὺ νὰ Τὸν εὐαρεστεῖ.
Footnotes
- 1Γέν. 2,7.
- 2Γέν. 6,3.
- 3Β’ Πέτρ. 1,4.
- 4Ἰωάν. 5,37· Α’ Κορ. 14,7.
- 5Ψαλμ. 81,1.
- 6Α’ Θεσ. 4,3.
- 7Ἑβρ. 12,14.
- 8Λευϊτ. 26,12.
- 9Α’ Τιμ. 6,13.
- 10Ματθ. 23,15.
- 11Ἰωάν. 12,36.
- 12Ματθ. 11,29.
- 13Β’ Κορ. 1,9.
- 14Ματθ. 5,4.
- 15Γ’ Βασ. 19,11-12.
- 16Α’ Κόρ. 15,41.
- 17Ψαλμ. 16,4, Ματθ. 7,14.
- 18Α’ Κόρ. 6,17.
- 19Ἰω. 5,37.
- 20Ψαλμ 2,7· Λουκ. 15,31.
- 21Ἰω. 6,60.
- 22Α’ Τίμ. 6,13.
- 23Λούκ. 2,25.
- 24Λουκ. 2,32.
- 25Ἰω. 3,16.
- 26Α’ Κόρ. 4,7.