Ὄντως, στὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων ὁ μοναχισμὸς εἶναι παράδοξο φαινόμενο. Ὁ κόσμος ἀποτινάσσει ἀπὸ πάνω του τὸν ζυγὸ τῆς ταπεινώσεως, θέλοντας νὰ ἀποφύγει τὸν πόνο καὶ τὰ παθήματα. Ἐνῶ ὁ μοναχός, προσπαθώντας νὰ παραμείνει στὸν «συσσεισμὸ» τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ, φέρει διαρκῶς τὸν ζυγὸ αὐτὸν καὶ γεύεται τὴ δύναμη ποὺ ἐναποκρύβει. Κάθε φορὰ ποὺ ταπεινώνει τὸν ἑαυτό του μπροστὰ στοὺς ἀδελφούς του ἢ ποὺ πενθεῖ μὲ αὐτομεμψία ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ἀνακαλύπτει ὅτι τὸ φορτίο του εἶναι ἐλαφρὸ καὶ μετατρέπεται σὲ τρυφή.
Ἡ ταπείνωση εἶναι ἡ ἀληθινὴ ἀρετὴ καὶ τὸ χάρισμα τοῦ μοναχοῦ, ὁ ὁποῖος φέρει αὐτὴν τὴ δωρεὰ ὡς τὸ ἐν δυνάμει κραταίωμά του, ὡς περιεκτικὸ χάρισμα καὶ πηγὴ ὅλων τῶν ἄλλων χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἐὰν ὁ μοναχὸς καλλιεργήσει τὸ χάρισμα τῆς ταπεινώσεως καὶ ἐργασθεῖ γιὰ τὴν τελείωσή του, θὰ ὁδηγηθεῖ στὸν ἀποστολικὸ πλατυσμὸ τῆς μεσιτείας γιὰ τὴ σωτηρία πάντων. Τὸ χάρισμα αὐτὸ θὰ τὸν ἐνισχύσει νὰ φέρει εἰς πέρας τὴν ἀποστολὴ τῆς μαρτυρίας τοῦ μυστηρίου τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς ὁδοῦ Του μέσα στὸν κόσμο.
Τὸ χάρισμα τῆς κατὰ Χριστὸν ταπεινώσεως εἶναι ἀφομοιωμένο στὸ μυστήριο τῆς ὑπακοῆς. Μὲ τὴν ἑκούσια πράξη τῆς ἀποταγῆς στὸ πεπτωκὸς θέλημά του καὶ τῆς σταυρώσεως τοῦ σκοτισμένου νοῦ του, ὁ μοναχὸς συμμορφώνεται πλήρως καὶ ἐλευθέρως στὸ ἅγιο καὶ τέλειο θέλημα τοῦ Θεοῦ. Γίνεται, τρόπον τινά, ὡς «διὰ Χριστὸν σαλὸς» μέσα σὲ ἕναν κόσμο ποὺ ἀπορρίπτει τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἀγώνας του τὸν καθιστᾶ δεκτικὸ τοῦ πληρώματος τῆς ἀλήθειας τῆς θείας ἀγάπης. Ἅπαξ καὶ τὸ Φῶς τῆς ἀλήθειας καταυγάσει τὴ γήϊνη ὕπαρξή του, ὁ μοναχὸς καθίσταται ἕνα γεγονὸς ποὺ ὑπερνικᾶ τὸ κοσμικὸ κακό. Τότε, ἡ εὐλογία τῆς παγκόσμιας νίκης δὲν βιώνεται μόνο στὴν πεπλατυσμένη καὶ συντετριμμένη καρδιά του, ἀλλὰ ἀντανακλᾶται ἐπίσης στὰ πεπρωμένα ὅλου τοῦ κόσμου· ἁπλώνεται σὲ ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα.
Ὁ ἅγιος Σωφρόνιος ἀντιλαμβανόταν τὴν ὑπακοὴ ποὺ ἀψηφᾶ τὸν θάνατο ὡς τὴν τέλεια μίμηση τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου. Μὲ τὰ ἀνθρώπινα κριτήρια ἐμφανίζεται ὡς ἄκρα μωρία νὰ μὴν ἀκολουθεῖ κάποιος τὴν αἴσθηση δικαιοσύνης, ἀλλὰ νὰ ἐξουθενώνει τὸν ἑαυτό του στὸ ἐπίπεδο τοῦ ἄλογου κτίσματος. Ὡστόσο, αὐτὴ ἡ ταπείνωση τῆς ἀποθέσεως κάθε ἀνθρώπινης νοήσεως καὶ λογικῆς προκειμένου νὰ υἱοθετήσει ὁ ἄνθρωπος τὴ δύναμη καὶ τὴ σοφία τοῦ Σταυροῦ, καταλήγει σὲ κάτι μεγαλειῶδες ποὺ ὑπερβαίνει κάθε διάνοια· ὁ ἄνθρωπος ἄγεται σὲ κάθε περίσταση ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ ζῶντος Θεοῦ.
Οἱ ὕμνοι τῆς Ἐκκλησίας τὴν Πεντηκοστὴ ἐκφράζουν τὰ ξένα ρήματα καὶ τὰ παράδοξα ἀπηχήματα τοῦ Πνεύματος, ποὺ ὑπερβαίνουν μὲν τὸν σκοτισμένο νοῦ τοῦ ἀνθρώπου, μαρτυροῦν, ὡστόσο, τὴ φοβερὴ πραγματικότητα τοῦ Θεοῦ. Καὶ στὴν καρδιὰ ἐκείνου ποὺ εἶναι φορέας τῆς θείας ἀγάπης, τὸ Πνεῦμα ἀφήνει τοὺς παράδοξους στεναγμοὺς τῆς ἀπολυτρώσεως. Οἱ ὕμνοι τῆς Πεντηκοστῆς συνιστοῦν ξένο ἄκουσμα στὰ αὐτιὰ τοῦ κόσμου, καὶ μόνον ὅποιος εἶναι μεμυημένος μπορεῖ νὰ τοὺς ἐννοήσει. Ὁμοίως, τὰ παράδοξα ἀπηχήματα ποὺ ἀφουγκράζονται οἱ φίλοι τοῦ Χριστοῦ, λαλοῦν τὰ ἄφατα μυστήρια τῆς θείας ἀγάπης.
Πάλιν καὶ πολλάκις τὸ Ἅγιο Πνεῦμα αἴρει τὸ ἄχθος τῆς καρδιᾶς τοῦ μοναχοῦ, ἐξαιτίας τῆς ἀπροσποίητης ὑπακοῆς του. Τὴν ἐλευθερώνει ἀπὸ τὰ δεσμὰ καὶ τὶς προσκολλήσεις τοῦ κόσμου. Ἔτσι ὁ νοῦς του γίνεται φωτεινὸς καὶ γοργός. Ἡ θεία χάρη δὲν ἀφαιρεῖ τὸ βάρος μόνον ἀπὸ τὴν ψυχή του, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸ σαρκίο του. Ἡ εὐκινησία τῆς καρδιᾶς μεταδίδεται καὶ στὸ σῶμα. Ἔτσι, οἱ πυκνὲς ἐπισκέψεις τῆς χάριτος κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ζωῆς τῆς ἀποταγῆς καθιστοῦν τὴν ὅλη ὕπαρξη τοῦ μοναχοῦ ἀνάλαφρη καὶ ἀναλόγως λιγοστεύουν οἱ πιθανότητες νὰ καταπνίξουν τὰ ζιζάνια τὸν θεῖο σπόρο στὴν καρδιά του. Ὁ μοναχὸς κινεῖται μὲ ἄνεση καὶ ἐπιτελεῖ τὶς διακονίες ποὺ τοῦ ἔχουν ἀνατεθεῖ ἐν σπουδῇ καὶ χαρᾷ. Κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο, δράμει ταχέως «τὴν ὁδὸν τῶν θείων ἐντολῶν».
Πορευόμενος στὴν ὁδὸ ποὺ ὁδηγεῖ στὸν πυθμένα τῆς κοσμικῆς πυραμίδας, ὁ μοναχὸς συναντᾶ Ἐκεῖνον, ποὺ βαστάζει στοὺς ὤμους Του ὅλο τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας. Ἐκεῖ γίνεται μέτοχος τῆς ἰδιαίτερης εὐωδίας καὶ ζωῆς ποὺ ἀπορρέουν ἀπὸ τὴν ἄφθαρτη παρηγοριὰ τοῦ Κυρίου, ἀπὸ τὴν ἕνωση μαζί Του. Μὲ ἄλλα λόγια, ἡ ἄκρα ἔνταση προσευχῆς τοῦ μοναχοῦ καὶ ἡ πεποίθησή του στὸν Θεὸ τὸν καιρὸ τῶν θλίψεων, καταισχύνουν τὸν ἐχθρό. Ἡ πίστη αὐτὴ εἶναι ἰσχυρότερη τοῦ θανάτου. Πρόκειται γιὰ πίστη ποὺ νικᾶ τὸν κόσμο. Αὐτὴ εἶναι ἡ πίστη ποὺ «ὑποχρεώνει», τρόπον τινά, τὸν Θεὸ νὰ τὸν ὑπερασπισθεῖ μὲ τρόπους ποὺ μόνον Αὐτὸς γνωρίζει, σύμφωνα μὲ τὸν λόγο Του: «Ἐμοὶ ἐκδίκησις, ἐγὼ ἀνταποδώσω».
Ὁ μοναχισμὸς εἶναι ἐξαίρετο καὶ παράδοξο φαινόμενο πάνω στὴ γῆ· εἶναι μαρτυρία τῆς ὑπερκόσμιας ἰσχύος τῆς χριστοειδοῦς ταπεινώσεως· εἶναι ἡ βαθειὰ συναίσθηση ὅτι εἴμαστε ἀδύναμοι καὶ ἐνδεεῖς τῆς βοήθειάς Του· εἶναι ἡ παραδοχὴ τῶν λόγων τοῦ Κυρίου: «Χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν». Ὁ μοναχισμὸς συνίσταται στὴν ἄκρα ἔνταση τῆς στερρᾶς διαμονῆς στὴν τεθλιμμένη ὁδὸ τῆς καταβάσεως πρὸς τὴ βαθειὰ καρδιά, ἔνταση ποὺ ἐν καιρῷ προσδίδει στὴν καρδιὰ παγκόσμιο πλατυσμό.
Ὁ μοναχισμὸς μαρτυρεῖ τὴν ἐμπειρικὴ ἀλήθεια τοῦ θεϊκοῦ νόμου τῆς ταπεινώσεως, ποὺ ἐκφράζει ἡ ἀνεστραμμένη πυραμίδα· μαρτυρεῖ τὴν ὁδὸ ποὺ ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο στὸν πυθμένα τῆς κολάσεως χωρὶς νὰ τὸν καταστρέφει· ἀντιθέτως, τὸν ἀναβιβάζει στὰ ὕψη τῆς ἀκατάλυτης ζωῆς. Ὁ μοναχισμὸς ἐπιβεβαιώνει τὴν ἀλήθεια τῆς ὁδοῦ τῆς ταπεινῆς καταβάσεως τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία ἀκολουθεῖται ἀπὸ τὴν ἔνδοξή Του Ἀνάληψη, ποὺ ἔφερε ὡς βροχὴ στὴ γῆ τὰ δόματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Γιὰ τὸν πεπτωκότα ἀνθρώπινο νοῦ ἡ ὑπακοὴ εἶναι παραλογισμός. Κατ’ οὐσίαν ὅμως εἶναι θεοειδής. Εἶναι ἡ ὁδὸς ποὺ ὁδηγεῖ ἀπὸ τὸν ἅδη στὸν οὐρανό, ποὺ ἐκτείνεται ἀπὸ τὰ βάθη τῆς κολάσεως ὣς τὸν θρόνο τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ. Μόνον ἐκεῖνοι οἱ μοναχοὶ ποὺ ἔλαβαν πείρα τῶν δύο ἄκρων τῆς ὁδοῦ· ποὺ κατέβηκαν στὸν ἅδη τῆς αὐτοεκμηδενίσεως καὶ τῆς μετανοίας καὶ στὴ συνέχεια γνώρισαν τὴ θεία ἀγάπη, ἀπέκτησαν γνώση ὅλου τοῦ μήκους καὶ τοῦ πλάτους τῆς ὁδοῦ. Τὸ κάλλος τῆς μοναχικῆς πολιτείας ἔγκειται ἀκριβῶς στὴ συνεχῆ ἕλξη τῆς θείας Παρουσίας ποὺ βιώνει ὁ μοναχός, στὸν βαθμὸ ποὺ ἀσπάζεται τὴν ταπεινὴ χριστοήθεια. Ἀκολουθώντας τὸν Χριστὸ στὴν πορεία Του πρὸς τὰ κάτω ὁ μοναχὸς ἐπανειλημμένως γεύεται τὰ νάματα τῆς εὐλογίας, τῶν ἰάσεων καὶ τῆς παρακλήσεως, ποὺ ἀναβλύζουν ἀπὸ τὴν ὁδό Του. Κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο ἀνακαλύπτει κεκρυμμένη στὸν ἑκούσιο σταυρὸ τῆς ἀποταγῆς του τὴν ὑπερκοσμίων διαστάσεων ἰσχύ, ποὺ ὑπερνικᾶ τοὺς νόμους τῆς φύσεως· τὴ νίκη ποὺ ἐνεργεῖ ἡ ταπείνωση.