Ὁ Θεὸς ποθεῖ νὰ μᾶς δεχθεῖ ὡς τέκνα Του στὴν αἰώνια Βασιλεία Του καὶ γι’ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία αὐτὴν τὴν περίοδο διαπνέεται ἀπὸ μεγάλη χάρη ποὺ προσφέρεται σὲ ὅλους ὅσοι ποθοῦν νὰ λάβουν πείρα Ἀναστάσεως ἀκολουθώντας τὸ πρόγραμμά της. Ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ εἶναι μιὰ πορεία. Στὸ Εὐαγγέλιο τὸ Κατὰ Ματθαῖον ὁ Θεὸς λέει γιὰ τὸν Μονογενῆ Του Υἱό: «Ἐξ Αἰγύπτου ἐκάλεσα τὸν Υἱόν μου».1Ματθ. 2,15. Τότε ὁ Χριστὸς κατέφυγε στὴν Αἴγυπτο γιὰ νὰ ἀποφύγει τὸν φθόνο τῶν ἐχθρῶν Του, καὶ ὅταν πέρασε ὁ κίνδυνος, ὁ Ἄγγελος τοῦ Θεοῦ Τὸν κάλεσε πίσω στὴν Παλαιστίνη. Ὅλους ἐμᾶς ὁ Θεὸς μᾶς καλεῖ «ἐξ Αἰγύπτου». Στὴν ἀσκητικὴ παράδοση ἡ «Αἴγυπτος» συμβολίζει τὸν τόπο τοῦ σκότους, τῆς σκλαβιᾶς τῶν παθῶν, τῆς ἁμαρτίας, τῆς ἀμέλειας καὶ τῆς ἐρημώσεως, στὴν ὁποία ζεῖ ὁ ἄνθρωπος μετὰ τὴν πτώση του. Ὁ Θεὸς μᾶς καλεῖ ὅλους νὰ κάνουμε μιὰ ἔξοδο, ὅπως οἱ παλαιοὶ Ἰσραηλίτες ἔκαναν ἔξοδο ἀπὸ τὴ γῆ τῆς Αἰγύπτου στὴ γῆ Χαναάν, στὴ γῆ τῆς Ἐπαγγελίας.
Ἐμᾶς, ὅμως, ποῦ μᾶς καλεῖ ὁ Θεός; Τὸ πρῶτο στάδιο εἶναι μιὰ γεωγραφικὴ ἔξοδος ἀπὸ τὸν τόπο τῆς ἁμαρτίας καὶ τῶν παθῶν, ἐνῶ τὸ δεύτερο εἶναι πνευματικό· συνίσταται στὴν ἐξάλειψη ἀπὸ τὴν καρδιά μας τοῦ νόμου τῆς ἁμαρτίας. Ἡ ὁδὸς πρὸς τὴν υἱοθεσία εἶναι λοιπὸν πορεία ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο τῶν παθῶν στὸν τόπο τῆς αἰώνιας καὶ δοξασμένης Παρουσίας Του, ἐκεῖ ποὺ ὁ Κύριος βασιλεύει στὴ «χώρα τῶν ζώντων»2Ψαλμ. 114,9., δηλαδὴ τῶν τετελειωμένων πνευμάτων ὅλων τῶν Ἁγίων καὶ τῶν Ἀγγέλων. Ὁ ἴδιος ὁ Χριστός εἶναι ἡ χώρα τῶν ζώντων, καὶ καλεῖ ὅλους ἐμᾶς νὰ τὴν κληρονομήσουμε καὶ νὰ ζήσουμε αἰώνια μαζί Του. Τὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ ἡ Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ ἀκριβῶς σὲ αὐτὸ τὸ ἀγώνισμα, νὰ ἐξέλθουμε ἀπὸ τὴν ἀλλότρια γῆ, ἀπὸ τὴ σύγχυση καὶ τὸ σκοτάδι τοῦ κόσμου τούτου, στὸν ὁποῖο διαβιώνουμε, καὶ νὰ ἐπιστρέψουμε κοντὰ στὸν ἐγηγερμένο ἐκ νεκρῶν Χριστό, νὰ εἰσέλθουμε στὸν Νυμφώνα Του, καὶ νὰ λάβουμε τὴν πείρα τῆς Ἀναστάσεως.
Ἡ κάθε Κυριακὴ τῆς περιόδου πρὶν τὴ Σαρακοστὴ μᾶς δίνει καὶ μιὰ σταθερὴ ἀρχή, μὲ τὴν ὁποία νὰ βαδίσουμε μὲ ταπείνωση στὴν πορεία αὐτὴ πρὸς τὸν Κύριο. Π. χ., μάθαμε ἀπὸ τὸν Ζακχαῖο, ὅτι ὁ πόθος νὰ δεῖ ὁ ἄνθρωπος τὸ Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, τὸν καταξιώνει νὰ δεχθεῖ ἔνοικο τὸν Κύριο στὴν καρδιά του, ὅπως ὁ Ζακχαῖος δέχθηκε τὴν ἐπίσκεψη τοῦ Κυρίου στὸν οἶκο του. Τὴν Κυριακὴ τοῦ Τελώνου καὶ τοῦ Φαρισαίου, μάθαμε ποιά εἶναι ἡ ἀληθινὴ δικαιοσύνη τῆς ταπεινώσεως ποὺ ἀποδέχεται ὁ Θεός, καὶ ποιά ἡ ψεύτικη, ἡ ὑπερήφανη δικαιοσύνη καὶ πεποίθηση, τὴν ὁποία βδελύσσεται ὁ Θεός. Τὴν Κυριακὴ τοῦ Ἀσώτου μάθαμε ὅτι, ἀληθινὴ μετάνοια εἶναι νὰ θέλουμε νὰ ἐπιστρέψουμε στὸν Οἶκο τοῦ Πατρὸς μὲ ταπεινὸ φρόνημα καὶ χωρὶς δικαιώματα. Ὅλα τὰ νοήματα ποὺ μᾶς δίνουν αὐτὲς οἱ Κυριακὲς πρὶν τὴ Σαρακοστὴ εἶναι νοήματα ταπεινώσεως, γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ ἐργασθοῦμε μὲ καρποφόρο τρόπο τὴν περίοδο τῆς Νηστείας καὶ νὰ φθάσουμε στὸ ποθητὸ λιμένα της, ποὺ εἶναι ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. Κοπιάζουμε ὥστε νὰ λάβουμε τὴν πείρα τῆς Ἀναστάσεώς Του, ποὺ εἶναι τὸ ἐχέγγυο καὶ ἡ προτύπωση τῆς δικῆς μας ἀναστάσεως στὸν μέλλοντα αἰώνα.
Ἡ σημερινὴ Κυριακὴ ἔχει διπλὸ νόημα. Πρῶτον, οἱ ὕμνοι τῆς ἀκολουθίας ποὺ ἀκούσαμε στὸν Ἑσπερινὸ καὶ στὸν Ὄρθρο μᾶς θυμίζουν ὅτι εἴμαστε πεπτωκότες, καὶ αὐτὸ μᾶς δίνει ταπεινὸ φρόνημα, ἀπαραίτητο γιὰ τὴν ἐργασία τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Ἡ Μ. Σαρακοστή, ὅπως καὶ ὅλη ἡ ζωή μας, εἶναι μιὰ πορεία ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο ὄχι πρὸς τὴν ἐπίγεια, ἀλλὰ τὴν Ἄνω Ἱερουσαλήμ, δηλαδή στὴν Παρουσία τοῦ Χριστοῦ. Σήμερα ἡ Ἐκκλησία μᾶς προτρέπει νὰ ἔχουμε τὸν καθορισμὸ τῶν παλαιῶν Ἰσραηλιτῶν, ποὺ οὐδέποτε λησμονοῦσαν ὅτι ἦταν «πάροικοι καὶ παρεπίδημοι»3Ψαλμ. 38,13. καὶ ἔψαλαν: «Πῶς ἄσωμεν τὴν ὠδὴν τοῦ Κυρίου ἐπὶ γῆς ἀλλοτρίας;». Ὅλη ἡ γῆ ἦταν ἀλλότρια γι’ αὐτούς, ξένη, διότι δὲν μποροῦσαν νὰ ξεχάσουν τὴ μητέρα Σιών. Οἱ παλαιοὶ Ἰσραηλίτες, ἂν καὶ ἦσαν νομάδες, γνώριζαν τοὺς νόμους τῆς ζωῆς αὐτῆς· εἶχαν τέτοια καρδιά, ποὺ μποροῦσε νὰ συνομιλεῖ μὲ τὸν Θεό, νὰ ἁρπάζει λόγο Θεοῦ καὶ νὰ φθέγγεται λόγο Θεοῦ. Ὅταν αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι βρέθηκαν στὴν ἐξορία τῆς Βαβυλῶνος, ὅταν ἐξέπεσαν δηλαδὴ ἀπὸ τὸν Παράδεισο τοῦ Θεοῦ, τὴν πόλη τοῦ Θεοῦ, τὴν Ἱερουσαλήμ, τότε κατάλαβαν ὅτι ἔπρεπε νὰ ἔχουν ἕνα καθορισμό, σὲ ὅλα ποὺ ἐνθυμοῦντο, νὰ δίνουν τὴν πρώτη σκέψη στὴν Ἱερουσαλήμ.
Μὲ τὸν καθορισμὸ αὐτὸ «ὤμνυαν» στὸ Ὄνομα τοῦ Θεοῦ ὅτι, ἂν ξεχάσουν τὴν Ἱερουσαλήμ, νὰ ξεχασθεῖ ἡ δεξιά τους καὶ νὰ κολλήσει ἡ γλώσσα τους στὸν λάρυγγά τοὺς: «ἐὰν ἐπιλάθωμαί σου, Ἱερουσαλήμ, ἐπιλησθείη ἡ δεξιά μου· κολληθείη ἡ γλῶσσά μου τῷ λάρυγγί μου, ἐὰν μή σου μνησθῶ, ἐὰν μὴ προανατάξωμαι τὴν Ἱερουσαλὴμ ὡς ἐν ἀρχῇ τῆς εὐφροσύνης μου».4Ψαλμ. 136, 4-6. Τέτοια αὐταπάρνηση, τέτοιο καθορισμὸ εἶχαν νὰ κάνουν τὸ πᾶν προκειμένου νὰ βροῦν τὸν τόπο τῆς καταπαύσεως τοῦ Προσώπου τοῦ Θεοῦ.5Ψαλμ. 131, 3-5. Ἔτσι, καὶ ἐμεῖς, ἀδελφοί μου, σὲ ὅλα τὰ ἀγωνίσματα ποὺ μᾶς προσφέρει ἡ Ἐκκλησία κατὰ τὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστή, προπαντὸς τὴ νηστεία καὶ τὴν προσευχή, πρέπει νὰ κρατήσουμε ἕνα καθορισμό: συνέχεια νὰ μένουμε σὲ ἐπαφὴ μὲ τὴν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία θὰ ἐξαλείψει σταδιακὰ ὅλες τὶς ἐπιστρώσεις τῆς ἁμαρτίας ποὺ συσσωρεύθηκαν πάνω στὴν καρδιά μας στὴν Αἴγυπτο τοῦ κόσμου τούτου.
Ὁ ἀγώνας κατ’ αὐτὴν τὴν περίοδο εἶναι τόσο μεγάλος, ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ ἐπιτελεσθεῖ χωρὶς νὰ δώσει ὁ ἄνθρωπος τὴν καρδιά του. Γι’ αὐτὸ τὴν σημερινὴ Κυριακὴ τὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα μᾶς προτρέπει νὰ συγχωρήσουμε ὅλους καὶ νὰ ζητήσουμε συγχώρηση ἀπὸ ὅλους. Γιὰ νὰ κάνουμε αὐτὸν τὸν μεγαλειώδη ἀγώνα ποὺ ἔχουμε μπροστά μας τὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστή, νὰ ἀποδεκατίσουμε τὴ ζωή μας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ὥστε νὰ εὐλογηθεῖ ὅλη ἡ ζωή μας, πρέπει νὰ ἔχουμε μεγάλη ταπείνωση. Χωρὶς τὴ συγχώρηση ἡ καρδιὰ μένει κλειστή· ἔχει τεῖχος ἀνάμεσά της καὶ ἀνάμεσα στοὺς ἀδελφούς της, τεῖχος τὸ ὁποῖο γίνεται μετὰ τεῖχος ἀνάμεσα στὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν Θεό. Εἶναι ἀδύνατον νὰ κάνουμε αὐτὴν τὴν ἐπιστροφὴ στὸν Θεὸ καὶ νὰ Τὸν εὐαρεστήσουμε, ἂν δὲν ἔχουμε ἐλεύθερη καρδιὰ καὶ δοσμένη στὸν λόγο Του, δοσμένη στὸ θέλημά Του. Χρειαζόμαστε μεγάλη καρδιά, καὶ ἀρχίζουμε νὰ τὴ βρίσκουμε, ὅταν δεχθοῦμε νὰ συγχωρήσουμε ὅλους ὅσοι μᾶς πλήγωσαν, ὅλους ὅσοι μᾶς ἔθλιψαν καὶ νὰ ζητήσουμε ἀπὸ ὅλους συγχώρηση. Ἂν ὄχι σὲ μεγάλα πράγματα, τουλάχιστον σὲ μικρά, ὅλοι φταῖμε, χωρὶς πολλὲς φορὲς νὰ τὸ γνωρίζουμε.
Χωρὶς νὰ συγχωρήσουμε καὶ νὰ συγχωρηθοῦμε εἶναι ἀδύνατον νὰ βροῦμε τὴ βαθειά μας καρδιά. Ὁ Θεὸς μᾶς ζητᾶ ὅταν πιστεύουμε, νὰ πιστεύουμε μὲ τὴν καρδιά μας, ὅταν συγχωροῦμε, νὰ συγχωροῦμε ἀπὸ τὴν καρδιά μας, ὅταν προσευχόμαστε, νὰ προσευχόμαστε μὲ τὴν καρδιά μας, γιὰ νὰ μποροῦμε νὰ κρατᾶμε ἐπαφὴ μὲ τὸ Πνεῦμα Του. Ἂν ἡ καρδιά μας εἶναι ἐλεύθερη, σίγουρα θὰ μπορέσει νὰ προσφέρει στὸν Θεὸ εὐάρεστη μετάνοια, ποὺ ἐκφράζεται μὲ τὰ δάκρυα τῆς μετανοίας. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος κλαίει μπροστὰ στὸν Θεὸ γιὰ τὶς ἁμαρτίες του, στὴν καρδιά του ἔχει μόνο μία σκέψη, τὴ σκέψη τοῦ Θεοῦ, καὶ ποθεῖ τὴ συμφιλίωση μὲ τὸν Θεό.
Μᾶς καλεῖ ὁ Θεὸς στὸ πανηγύρι τῆς ἀγάπης Του. Ὁ Γέροντάς μας ἔλεγε ὅτι, ἀνέμενε κάθε Μ. Τεσσαρακοστὴ σὰν ἕνα πανηγύρι, τὸ πανηγύρι τοῦ Θεοῦ. Ποιό εἶναι τὸ πανηγύρι μας; Τὸ νὰ ζοῦμε στὴν Παρουσία τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ εὐφραινόμαστε μὲ τὴ χάρη Του. Καὶ ὅπως οἱ Ἰσραηλίτες εἶχαν τὸν καθορισμὸ καὶ ὤμνυαν μπροστὰ στὸν Θεὸ πρὶν ἀπὸ ὅλα νὰ θυμοῦνται τὴν Ἱερουσαλήμ, μέχρις ὅτου τοὺς δώσει ὁ Θεὸς νὰ ἐπιστρέψουν ἐκεῖ, ἔτσι καὶ ἐμεῖς πρέπει νὰ ἔχουμε ἕναν καθορισμὸ στὴ ζωή μας, πάνω ἀπὸ ὅλα νὰ ἐκπληρώσουμε τὶς δύο μεγάλες ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Πολλὲς φορὲς δὲν μποροῦμε νὰ ἀγαπήσουμε τὸν πλησίον μας, ἀδελφοί μου, διότι δὲν ἀγαπήσαμε τὸν Θεό. Καὶ ὅταν ψυγεῖ ἡ ἀγάπη καὶ ἡ καρδιά μας εἶναι νεκρὴ γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ πλησίον, δὲν μποροῦμε νὰ ἔχουμε ἐπαφὴ μὲ τὴν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶναι δημιουργική.
Στὸ βιβλίο του «Περὶ Προσευχῆς», ὁ Γέροντας ἔχει ἕνα κεφάλαιο μὲ τὸν τίτλο, «Προσευχὴ ὡς ἀτελεύτητη δημιουργία». Ἡ προσευχὴ εἶναι ἀτελεύτητη δημιουργία, διότι μᾶς κρατᾶ σὲ ἐπαφὴ μὲ τὴν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία δημιούργησε τὰ σύμπαντα στὴν ἀρχή. Αὐτὴ ἡ ἐνέργεια ἀνοίγει καινούργιους δρόμους δημιουργικοὺς γιὰ ἐμᾶς, ποὺ θὰ μᾶς ὁδηγήσουν στὴν ἀναγέννησή μας. Ἔχοντας στὸν νοῦ μας ὅλα αὐτά, ἂς ἀρχίσουμε τὴ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ εὐχαριστώντας τὸν Θεὸ γιὰ ὅλα ποὺ ἐργάσθηκε γιὰ ἐμᾶς, καὶ νὰ ζητήσουμε τὴ βοήθειά Του νὰ μπορέσουμε νὰ βροῦμε τὸν τόπο τῆς Παρουσίας Του. Ὁ ἀνακαινισμὸς ποὺ προσφέρει ὁ Θεὸς κατ’ αὐτὴν τὴν περίοδο εἶναι ὄντως μεγαλειώδης καὶ ἡ χάρη ἄφθονη. Γι’ αὐτὸ ἀπὸ τὴν πλευρά μας ἀπαιτεῖται μεγάλος ἀγώνας καὶ μεγάλη ταπείνωση, γιὰ νὰ μὴν ἀποτύχουμε νὰ κροτήσουμε καὶ ἐμεῖς Πάσχα αἰώνιον.
Footnotes
- 1Ματθ. 2,15.
- 2Ψαλμ. 114,9.
- 3Ψαλμ. 38,13.
- 4Ψαλμ. 136, 4-6.
- 5Ψαλμ. 131, 3-5.